Σάββατο 18 Απριλίου 2020

Ο Τάφος δεν αποτελεί πλέον το τέλος της ζωής, αλλά σιωπηλά, μας προετοιμάζει για το πέρασμα στην Ανάσταση



H Εκτίμηση της Ζωής Πίσω από το Θάνατο και την Ανάσταση του ...Τα Άγια Πάθη του Κυρίου μας ερμηνεύονται από τους περισσότερους ανθρώπους με κριτήριο το συναίσθημα. Γνωρίζουμε ότι ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός ήτο τέλειος κατά την επίγεια ζωή Του και μας φαίνεται παράδοξο γιατί να υποφέρει. Ο συνδυασμός, μάλιστα, με το γεγονός ότι δεν έκανε κακό στους ανθρώπους, και όχι μόνο αυτό, τους ευεργέτησε πολλαπλώς, μας συγκινεί ακόμη περισσότερο. Οι αναμνήσεις των μεγαλυτέρων από την παιδική τους ηλικία, η συμμετοχή στις ακολουθίες των ημερών, αλλά και η θέαση του Εσταυρωμένου στο μέσον των ναών μας, επιτείνουν την λεγόμενη «έξαρση του θρησκευτικού συναισθήματος», το οποίο συνδέεται με την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας.

Η Εκκλησία δεν αρνείται τα συναισθήματα, την συγκίνηση, τα δάκρυα, «το συμπάσχειν» με τον Κύριο. Θεωρεί όμως ότι χρειάζεται να προσεγγίσουμε τα Πάθη και την Ταφή του Κυρίου μας μέσα και από μία άλλη οπτική. Είναι αυτή της αναζητήσεως νοήματος για τη ζωή μας. Διότι η θυσία του Κυρίου δεν αποσκοπεί απλώς στο να εγερθούν στην καρδιά μας θρησκευτικά συναισθήματα, αλλά να μας οδηγήσει στην αληθινή Ζωή. Ζωή για την Εκκλησία μας είναι η συμμετοχή μας στη Βασιλεία του Θεού. Είναι η μίμηση του ευγνώμονος Ληστού, ο οποίος με την μετάνοια και την παράκληση «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου», άνοιξε έναν μεγάλο δρόμο. Αυτόν που νικά τον θάνατο, όχι μόνο τον σωματικό, αλλά τον πνευματικό. Και πνευματικός θάνατος είναι η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό, η ταύτιση της ζωής με την εγωιστική ικανοποίηση των επιθυμιών και του θελήματός μας, η αίσθηση ότι η χαρά περιορίζεται στις μικρές ή μεγάλες στιγμές της καθημερινότητάς μας και δεν αγγίζει τον εσωτερικό μας κόσμο, προσφέροντάς μας μία στάση ζωής η οποία μας μεταμορφώνει κυριολεκτικά.

Μέσα από τα Πάθη του Κυρίου μας καλούμαστε να κατανοήσουμε ότι πλέον ο κόσμος άλλαξε. Ο Σταυρός, από όργανο καταδίκης, γίνεται το σημείο της δόξας, διότι ο Χριστός μας καλεί να συσταυρωθούμε μαζί Του, προσφέροντάς Του τις αμαρτίες μας. Και όταν δεν κυβερνιόμαστε από τις αμαρτίες, τότε ζούμε στην προοπτική του Ανεσπέρου Φωτός, της δόξας που πηγάζει από την Αγάπη του Κυρίου προς τον καθένα μας προσωπικά. Ο Τάφος δεν αποτελεί πλέον το τέλος της ζωής, αλλά σιωπηλά, μας προετοιμάζει για το πέρασμα στην Ανάσταση, την χαρά και την αιωνιότητα. Η Βασιλεία του Θεού χωρά τους πάντες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μορφώσεως, φύλου, κοινωνικής θέσεως, με μοναδική προϋπόθεση την μετάνοια και την αγάπη. Και η Εκκλησία μας καλεί σε μία νέα κοινωνία, όχι με κριτήριά της την πληροφορία, την γνώση, το χρήμα, την φιληδονία, αλλά με κέντρο τον Θεάνθρωπο, την κοινωνία μαζί Του και με τους Αγίους που Τον ευαρέστησαν ανά τους αιώνες.

Εάν αρκεστούμε στην συναισθηματική προσέγγιση των Παθών και της Ταφής του Κυρίου, θα στερήσουμε από τον εαυτό μας την δυνατότητα να ζήσει αυτή την αλλαγή του κόσμου. Η ένσταση ότι ο κόσμος μας παραμένει περίπου ίδιος, όπως στα χρόνια του Χριστού, διότι η αδικία, η φτώχεια, η εκμετάλλευση, ο θάνατος κυριαρχούν, δεν ευσταθεί. Διότι τώρα υπάρχει ελπίδα. «Ο τάφος εξήστραπται ζωήν». Το ερώτημα έγκειται στο κατά πόσον επιτρέπουμε στους εσωτερικούς οφθαλμούς μας να δούνε την Βασιλεία του Θεού. Γιατί η αλλαγή τελικά ξεκινά από τον καθένα μας. Οι δομές του κόσμου δεν είναι εύκολο να αλλάξουν. Αλλάζοντας εμείς, εισέρχεται η ζωή στον κόσμο. Γιατί ο Χριστός κοινωνεί με τον καθένα μας. Και τότε φέρουμε την βεβαιότητα της αλλαγής, τόσο στη ζωή μας, όσο και στη ζωή των άλλων. Κι αυτό είναι τελικά η Εκκλησία. Η κοινωνία των αλλαγμένων, μεταμορφωμένων πιστών, χάρις στη Ζωή που ανατέλλει εκ του μνήματος