Σάββατο 25 Μαΐου 2019

Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑ


Ἡ συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ ἐκπλήσσει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐκπλήσσεται, πρέπει νὰ διερωτηθεῖ, ἂν πράγματι συνάντησε τὸν Χριστό, ἂν αἰσθάνθηκε τὴν ἀληθινὴ παρουσία του. Ἡ ἔκπληξη αὐτή δὲν εἶναι ἀνεξήγητη, οὔτε παράλογη, ἀλλά κατανοητὴ καὶ λογική. Εἶναι κάτι πού δημιουργεῖται ἀπὸ τὴν συνάντηση τοῦ φυσικοῦ μὲ τὸ ὑπερφυσικό, τοῦ σχετικοῦ μὲ τὸ ἀπόλυτο, τοῦ πρόσκαιρου μὲ τὸ αἰώνιο.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πού κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου συναντιέται μὲ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς ὅταν τὸ κτίσμα ἀντικρύζει τὸν κτίστη του, ἀναδύονται ἀσύμμετρες σχέσεις, δημιουργοῦνται ἀπροσδόκητες ἐκπλήξεις. Καὶ οἱ ἐκπλήξεις αὐτές γίνονται συγκλονιστικότερες, ὅταν ὁ Κύριος ταπεινώνεται μπροστὰ στὸ κτίσμα, γιὰ νὰ τὸ ὑπηρετήσει. Οἱ ἐκπλήξεις μάλιστα ἐδῶ δὲν περιορίζονται στὴν φύση τῶν πραγμάτων, ἀλλά ἐπεκτείνονται καὶ σὲ λεπτομερειακὲς μορφές τους.

Στὴν συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Σαμαρείτιδα πρώτη ἔκπληξη εἶναι ὁ ἴδιος ὁ διάλογος πού συνάπτεται μεταξύ τους. Ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται στὴν Σαμαρείτιδα καὶ ζητάει νερὸ γιὰ νὰ πιεῖ. Αὐτή ἐκπλήσσεται καὶ ρωτάει: «Πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὤν παρ' ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; Οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις».

Ἡ ἔκπληξη εἶναι διπλὴ ἢ μᾶλλον πολλαπλή: Πῶς ἕνας Ἰουδαῖος, ὁ Ἰησοῦς, ἀπευθύνεται σὲ ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν Σαμάρεια; Ἀλλὰ καὶ ἀκόμα περισσότερο, πῶς συνομιλεῖ μὲ μιὰ γυναίκα, καὶ μάλιστα διαβεβλημένη, ὅπως καλῶς ὁ ἴδιος γνωρίζει; Καὶ τέλος, πῶς στὴν γυναίκα αὔτην ἀποκαλύπτει τὴν ὑψηλότερη καὶ βαθύτερη ἀλήθεια τοῦ μεσσιανικοῦ του κηρύγματος

;Κάθε ἔκπληξη πού δοκιμάζουμε ὀφείλεται στὴν συνάντηση μὲ κάτι καινούργιο· στὴν φανέρωση κάποιας πραγματικότητας, κάποιου προσώπου, κάποιας ἀλήθειας πού ὡς τότε ἀγνοούσαμε. Ὀφείλεται δηλαδὴ σὲ κάποια ἀποκάλυψη. Αὐτό παρατηροῦμε καὶ στὴν περίπτωση τῆς συναντήσεως πού ἐξετάζουμε.

Ἡ Σαμαρείτιδα ἐκπλήσσεται ἀπὸ τὴν παρουσία ἑνὸς'Ἰουδαίου, πού σπάζει τοὺς φραγμοὺς τῆς ἀκοινωνησίας μὲ τὴν φυλή της καὶ συνδιαλλέγεται μαζί της· ζητάει νερὸ γιὰ νὰ πιεῖ. Καὶ πρὶν συνέλθει ἀπὸ τήν ἔκπληξη αὐτή, δοκιμάζει μιὰ ἀκόμα μεγαλύτερη. Ἀκούει ὅτι αὐτός πού ζητάει τὸ νερὸ εἶναι σὲ θέση νὰ τῆς προσφέρει ὁ ἴδιος «ὕδωρ ζῶν». Ἡ ἔκπληξη ὅμως αὐτή δὲν προκλήθηκε ἀπὸ κάποια νέα ἀποκάλυψη, ἀλλά ἀπὸ τὴν ἀπορία πού τῆς δημιουργήθηκε.


-Κύριε, λέει ἡ γυναίκα, ἐσὺ δὲν ἔχεις οὔτε κουβά, καὶ τὸ πηγάδι εἶναι βαθύ. Ἀπὸ πού ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν;


«Ὕδωρ ζῶν» εἶναι τὸ τρεχούμενο νερό. Τὸ νερὸ τοῦ πηγαδιοῦ δὲν εἶναι τρεχούμενο. Δὲν εἶναι ἑπομένως «ὕδωρ ζῶν». Παραταῦτα ἡ Σαμαρείτιδα δὲν ἀπορεῖ γι' αὐτό σκέφτεται ἀκόμα τὸ νερὸ τοῦ πηγαδιοῦ. Δὲν πάει ὁ νοῦς της σὲ κάποιο τρεχούμενο νερό. Ἀλλὰ καὶ ἂν σκεφτόταν τέτοιο νερό, δὲν θὰ εἶχε καταλάβει τί ἐννοοῦσε ὁ Χριστός. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ὁ Χριστὸς λέγοντας «ὕδωρ ζῶν» δὲν ἐννοοῦσε κάποιο τρεχούμενο νερὸ πού σβήνει προσωρινὰ τὴν σωματικὴ δίψα, ἀλλά νερὸ πού δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο ἀστείρευτη πηγὴ αἰώνιας ζωῆς. Νερὸ πού ἀφανίζει τὸν θάνατο.

Ἡ Σαμαρείτιδα, νομίζοντας ὅτι κατάλαβε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ζήτησε νὰ τῆς δώσει τὸ μαγικὸ αὐτό νερό, γιὰ νὰ λύσει τὸ κοπιαστικὸ ἔργο τῆς ὑδρεύσεώς της. «Κύριε, λέει, δῶσε μου τὸ νερὸ αὐτό, γιὰ νὰ μὴ διψῶ καὶ νὰ μὴν ἔρχομαι ἐδῶ γιὰ νὰ κουβαλῶ νερό». Ἡ γυναίκα πίστεψε πώς βρῆκε μιὰ εὔκολη λύση γιὰ τὸ πρόβλημά της. Ὁ Χριστὸς τῆς μίλησε γιὰ νερὸ πού ἀναβλύζει μέσα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ γίνεται πηγὴ αἰώνιας ζωῆς. Ἐκείνη φαντάστηκε νερὸ φυσικό, πού θὰ τὸ πιεῖ μιὰ φορὰ καὶ δὲν θὰ ξαναδιψάσει οὔτε θὰ χρειάζεται νὰ πηγαίνει στὸ πηγάδι γιὰ νερό.


Ὅσο ὁ ἄνθρωπος περιορίζεται στὴν ἐγκοσμιότητα, δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβει αἰώνιες ὑπερβατικὲς ἀλήθειες. Μπορεῖ νὰ ἐκπλήσσεται, νὰ ἀπορεῖ, νὰ θαυμάζει. Μπορεῖ ἀκόμα νὰ περιμένει μαγικὲς λύσεις. Ἀλλὰ παραμένει ἐγκλωβισμένος στὸν αἰσθητὸ κόσμο, δεσμευμένος ἀπὸ τὴν φυσικὴ ἀμεσότητα. Ἀσχολεῖται μὲ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας. Ὁ νοῦς του δὲν πηγαίνει πέρα ἀπὸ αὐτά. Δὲν λειτουργοῦν οἱ πνευματικές του αἰσθήσεις. Ἀκόμα καὶ ἂν ἀκούσει κάτι πού ὑπερβαίνει τὴν αἰσθητή ἀμεσότητα, κάτι πού βρίσκεται πέρα ἀπὸ τὴν ἐγκοσμιότητα, τὸ ἀντιλαμβάνεται αἰσθητικὰ καὶ κοσμικά. Ἔχει ἀναζητήσεις, δοκιμάζει ἐκπλήξεις, δέχεται ἀποκαλύψεις, ἀλλά κινεῖται πάντοτε μέσα στὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο. Σκέφτεται, ἀντιλαμβάνεται καὶ ζεῖ ὑποταγμένος στὸν νόμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.

Τὸ φράγμα, στὸ ὁποῖο προσκρούει καὶ σταματᾶ κάθε σκέψη καὶ ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου, κάθε ἔκπληξη πού δοκιμάζει ἢ ἀποκάλυψη πού γνωρίζει, εἶναι τὸ φράγμα τοῦ θανάτου. Καμιὰ ἀνακάλυψη, καμιὰ ἐφεύρεση, καμιὰ τέχνη ἢ φιλοσοφία δὲν μπορεῖ νὰ σπάσει τὸ φράγμα αὐτό. Ὅλα, ὅσα τοῦ γίνονται γνωστὰ ἢ προσιτά, βρίσκονται «ἐντεῦθεν» τῶν ὁρίων τοῦ θανάτου.


Ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου δὲν γίνεται μὲ τὴν λογικὴ ἢ τὴν διαλεκτική, μὲ τὴν ἐπιστήμη ἢ τὴν μαγεία. Ὅλα αὐτά ἐξυπηρετοῦν ἐνδοκόσμιες ὑποθέσεις. Ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου γίνεται μὲ τὸ θαῦμα· μὲ τὸ κατεξοχὴν θαῦμα πού εἶναι ἡ ἀνάσταση. Γι' αὐτό ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ κατεξοχὴν ἀποκάλυψη, ἢ ἀκριβέστερα ἡ μόνη ἀληθινὴ ἀποκάλυψη, γιατί ἀνοίγει στὸν ἄνθρωπο μιὰ ἐντελῶς καινούργια πραγματικότητα. Γι' αὐτό καὶ κάθε θαῦμα τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ «σημεῖον», δηλαδὴ δείκτη πού παραπέμπει τὸν ἄνθρωπο «ἐκεῖθεν» τῶν ὁρίων τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, στὴν ἀνάσταση, στὴν αἰωνιότητα.


Ὅσο ἡ Σαμαρείτιδα συζητοῦσε μὲ τὸν Χριστό, δὲν καταλάβαινε οὐσιαστικά τὰ λόγια του. Ἐκεῖνος μιλοῦσε στὸ ἐπίπεδο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Αὐτή μετέφερε αὐτόματα ὅσα ἄκουε στὸ ἐπίπεδο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς. Δὲν ὑπῆρχε σημεῖο συναντήσεως. Τὸ σημεῖο αὐτό δημιουργήθηκε μὲ τὸ «σημεῖον»-θαῦμα, πού τῆς ἀποκάλυψε ὁ Χριστός. Τῆς εἶπε: «Πήγαινε, φώναξε τὸν ἄνδρα σου καὶ ἔλα ἐδῶ». Ἐκείνη ἀπάντησε: «Δὲν ἔχω ἄνδρα». Τότε τῆς εἶπε ὁ Ἰησοῦς: «Καλὰ εἶπες πῶς δὲν ἔχεις ἄνδρα. Γιατί εἶχες πέντε ἄνδρες, καὶ αὐτός πού ἔχεις τώρα δὲν εἶναι ἄνδρας σου. Ἀληθινὸ ἦταν αὐτό πού εἶπες».



Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ μετακίνησε τὴν Σαμαρείτιδα σὲ ἄλλο ἐπίπεδο. Φανέρωσε μπροστά της μιὰ νέα δυνατότητα, πού δὲν προσδιορίζεται ἀπὸ τὴν λογικὴ ἀναγκαιότητα. Τῆς ἄνοιξε τὴν προοπτικὴ κατακόρυφης θέασης καὶ ἀναφορᾶς. Τότε ἡ γυναίκα ἄφησε τὸ βιοτικὸ πρόβλημα τοῦ νεροῦ, ἢ ἀκριβέστερα τὸ ξέχασε τελείως, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν συνέχεια τῆς ἀφηγήσεως, καὶ ζήτησε νὰ λύσει ἕνα ἄλλο πρόβλημα, νὰ κορέσει μιὰν ἄλλη δίψα, τὴν μεταφυσικὴ δίψα της.


Λέει: «Κύριε, βλέπω ὅτι εἶσαι προφήτης. Οἱ πατέρες μας λάτρεψαν τὸν Θεὸ στὸ βουνὸ αὐτό, ἐνῶ ἐσεῖς λέτε ὅτι τὰ Ἱεροσόλυμα εἶναι ὁ τόπος, ποὺ πρέπει νὰ λατρεύεται ὁ Θεός». Καὶ τότε δέχεται τὴν μεγάλη ἀποκάλυψη: «Ἔρχεται ὥρα, καὶ ἤδη ἦρθε, ποὺ οἱ ἀληθινοὶ προσκυνητὲς θὰ λατρεύσουν τόν Πατερα «ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθεία. Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθεία δεῖ προσκυνεῖν». Ὁ ἄνθρωπος γίνεται αὐτό πού πιστεύει καὶ λατρεύει. Ὅταν πιστεύει καὶ λατρεύει «ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθεία» τὸν Θεό, γίνεται καὶ αὐτός ὡς ἕνα βαθμὸ ὅμοιός του· γίνεται πνευματικὸς καὶ ἀληθινός.


Τότε ξεπηδᾶ ἡ θρησκευτικὴ πίστη τῆς γυναίκας καὶ λέει: «Ξέρω ὅτι θὰ ἔρθει ὁ Μεσσίας, δηλαδὴ ὁ Χριστός. Ὅταν ἔρθει ἐκεῖνος, θὰ μᾶς τὰ ἐξηγήσει ὅλα». Καὶ ὁ Ἰησοῦς τῆς λέει: «Ἐγώ εἰμὶ ὁ λαλῶν σου»

.
Ἡ ἀποκάλυψη πού δέχθηκε ἡ Σαμαρείτιδα συνέπεσε μὲ μιὰ ἔκπληξη πού δοκίμασαν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, πού ἔφτασαν τότε ἐκεῖ. Αὐτοί ἀπόρησαν, πῶς ὁ Διδάσκαλός τους μιλοῦσε μὲ τὴν γυναίκα ἐκείνη. Καὶ ἡ ἔκπληξή τους αὐτή ἦταν ἕνα χρήσιμο «σημεῖο». Ἦταν μιὰ προετοιμασία, πού θὰ τοὺς βοηθοῦσε νὰ καταλάβουν ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο πού θὰ κηρύξουν ὑπερβαίνει καὶ τὰ πιὸ αὐστηρά φυλετικά, κοινωνικὰ καὶ θρησκευτικὰ ὅρια.


Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἐπιδίδεται στὶς βιοτικές του μέριμνες, μένει προσηλωμένος στὰ ἐγκόσμια καὶ λησμονεῖ τὶς βαθύτερες ἀνάγκες του. Ὅταν ὅμως ἀπὸ κάποια αἰτία ξυπνᾶ ἡ βαθύτερη πνευματικὴ ἀνησυχία του καὶ διαπιστώνει ὅτι βρίσκει τὴν ἀπάντηση στὸ λησμονημένο καὶ συχνὰ ἀπωθημένο ὑπαρξιακὸ ἐρώτημα τῆς καρδιᾶς του, τότε λησμονεῖ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες του καὶ ἀπωθεῖ τὶς βιοτικές του μέριμνες.


«Ἄφησε ἡ γυναίκα τὴν στάμνα της ἐκεῖ, πῆγε στὴν πόλη καὶ εἶπε στοὺς ἀνθρώπους. Ἐλᾶτε νὰ δεῖτε ἕναν ἄνθρωπο πού μοῦ εἶπε ὅλα ὅσα ἔκανα στὴν ζωή μου. Μήπως αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας;» Προφανῶς ἡ Σαμαρείτιδα εἶχε πεισθεῖ ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας. Αὐτό ἄλλωστε ἤθελε νὰ ἀναγγείλει στοὺς συμπολίτες της. Ἤθελε νὰ τοὺς καταστήσει κοινωνοὺς τῆς μεγάλης χαρᾶς της. Ἀλλὰ καὶ ὡς ἄνθρωπος θὰ ἤθελε ἴσως νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ καὶ ἀπό τούς ἄλλους γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῆς κοινῆς προσδοκίας τους. Καὶ ἡ ἐπιβεβαίωσή της αὐτή ἔγινε μὲ τὴν ἐμπειρία πού ἀπεκόμισαν οἱ συμπολίτες της ἀπὸ τὴν συνάντησή τους μὲ τὸν Ἰησοῦ. Μοιρασμένη χαρά, διπλὴ χαρά. Χαρὰ πού ἀνήκει σὲ ὅλους καὶ στὸν καθένα. «Οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιάν πιστεύομεν αὐτοί γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι αὐτὸς ἐστὶν ἀληθῶς ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός».

Ἡ πραγματικὴ πίστη δὲν στηρίζεται στὴν ἀκοή ἢ τὴν πληροφορία ἀλλά στὴν προσωπικὴ ἐμπειρία. «Γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος», λέει ὁ Ψαλμωδός. «Ἔρχου καὶ ἴδε», εἶπε ὁ Φίλιππος στὸν Ναθαναήλ». Ἂν δὲν δεῖς τὸν Θεὸ μέσα στὴν ζωή σου, λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μὴν περιμένεις νὰ τὸν δεῖς μετὰ τὸν θάνατό σου. Ἐδῶ ἑτοιμάζονται τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια, μὲ τὰ ὁποῖα γίνεται αἰσθητὸς ὁ Θεὸς καὶ ὁ πλοῦτος τῆς Βασιλείας του.


Ἰδιαίτερα ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἔχασε τὰ πνευματικὰ αἰσθητήριά του καὶ παραμένει ἄσχετος πρὸς τὴν πνευματικὴ πραγματικότητα. Ἔχασε ἐν πολλοῖς καὶ τὴν αἴσθηση τῆς ἐκπλήξεως, τῆς καθημερινῆς ἐκπλήξεως, γιατί μηχανοποίησε τὴν ζωή του καὶ τὴν μετέτρεψε σὲ ἀνιαρὴ ρουτίνα. Ὅπως εἶναι ὀλέθριο γιὰ τὸν ἱερέα νὰ συνηθίσει τὴν Θεία Λειτουργία καὶ τὶς λατρευτικές τελετὲς πού τελεῖ, ἔτσι εἶναι ὀλέθριο γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο νὰ συνηθίσει τὴν καθημερινή ζωή του καὶ νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς εὐκαιρίες καὶ τὶς ἐκπλήξεις της.

Ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ εἶναι μία ἰσόβια λειτουργία. Καὶ εἶναι γεμάτη μὲ μικρότερες ἤ μεγαλύτερες ἐκπλήξεις, θετικὲς καὶ ἀρνητικές· θετικές, ποὺ τὶς βλέπουμε πολλὲς φορὲς ἀρνητικά, ἀλλά καὶ ἀρνητικές, ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ τὶς δοῦμε καὶ νὰ τὶς ζήσουμε θετικά. Ὅποιος διατηρεῖ κάπως τὸ «ὕδωρ ζῶν», πού ἐνσταλάχθηκε μέσα του κατὰ τὸ Βάπτισμα, μπορεῖ νὰ ζεῖ τὴν καθημερινότητά του δημιουργικὰ μὲ ὅλες τὶς θετικὲς καὶ τὶς ἀρνητικὲς ἐκπλήξεις της, ξεδιψώντας μὲ τὸ «ὕδωρ ζῶν»· ἀφομοιώνοντας τὴν ἀλήθεια τῆς αἰώνιας ζωῆς καὶ δίνοντας νόημα καὶ περιεχόμενο στὴν προσκαιρότητα.








Τετάρτη 22 Μαΐου 2019

ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ





Είναι γνωστό ότι η σαρκοφάγος του Μεγάλου Κωνσταντίνου στην Κωνσταντινούπολη με το λείψανό του συλήθηκε από τους Σταυροφόρους της Δ” Σταυροφορίας, ενώ το μαυσωλείο με τους τάφους των Βυζαντινών αυτοκρατρων που βρισκόταν στον ναό των Δώδεκα Αποστόλων καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τους Οθωμανούς Τούρκους με την άλωση της Πόλης.
Ωστόσο κάποια από τα λείψανα του Αγίου έχουν διασωθεί και βρίσκονται:
Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) σε λειψανοθήκη προερχόμενη από την Βατοπαιδινή Σκήτη του Αγίου Δημητρίου Αγίου Όρους βρίσκεται σήμερα στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Κωστάντζα της Ρουμανίας.
Η λειψανοθήκη που ανακαλύφθηκε στο καμπαναριό του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου στην Κωστάντζα της Ρουμανίας και προέρχεται από το Άγιον Όρος. Φέρει λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) σε πρωτότυπη λειψανοθήκη που δημιούργησε η μοναστική αδελφότητα της Ουκρανίας «Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος» (Спасо-Преображенское братство) στο Κίεβο της Ουκρανίας.
Η πρωτότυπη ουκρανική λειψανοθήκη με Τίμιο Ξύλο και λείψανατων Αγίων Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης. Το μικρολείψανο της Αγίας Ελένης αριστερά και του Μεγάλου Κωνσταντίνου δεξιά.
94218-e1.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) σε σταυροθήκη Τιμίου Ξύλου της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος Αγίου Όρους που συχνά βρίσκεται σε ιερές περιοδείες στην Ελλάδα.
Το Τίμιο Ξύλο της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος Αγίου Όρους.Εκτός από κομμάτι από τον άρραφο χιτώνα του Χριστού (κάτω αριστερά) και λίθο από τον Πανάγιο Τάφο (κάτω δεξιά) ενσωματώνει και μικροτεμάχια λειψάνων του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης (πάνω αριστερά και δεξιά) σε θήκες που συναρμόζονται με ειδικούς ήλους στην κυρίως λειψανοθήκη.
94218-e2.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) σε εικόνα-λειψανοθήκη με το όνομα «Света Богородица Осеновица» που αποθησαυρίζεται στον Καθολικό Ναό της Ιεράς Μονής του Αγίου Ιωάννου της Ρίλας στη Βουλγαρία. Η εικόνα πιστεύεται ότι είναι θαυματουργή και μάλιστα κατά τον Μεσαίωνα λιτανευόταν σε διάφορα μέρη της βαλκανικής χερσονήσου για αποτροπή, αλλά και θεραπεία λοιμωδών νόσων, καθώς και άλλων ασθενειών.
Η θαυματουργή βυζαντινή εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας με ενσωματωμένα λείψανα 32 αγίων.


Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) σε σταυροθήκη Τιμίου Ξύλου που κατέχει η Ιερά Μονή Αιμυαλών Αρκαδίας.
Η σταυροθήκη Τιμίου Ξύλου της Ιεράς Μονής Αιμυαλών Αρκαδίας. Στη σταυροθήκη έχουν ενσωματωθεί μικροτεμάχια λειψάνων του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης.
94218-e4.jpg
Στη σταυροθήκη έχουν ενσωματωθεί μικροτεμάχια λειψάνων του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης.
94218-e5.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) εντοπίστηκε σε ιερά περιοδεία στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ασσήρου Θεσσαλονίκης (αγνώστου κατόχου).
Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου σε ιερά περιοδεία στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ασσήρου Θεσσαλονίκης.

m5-640x427.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) εντοπίστηκε σε ιερά περιοδεία στη Ρουμανία.
Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου στη Ρουμανία.
94218-e7.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (τουλάχιστον ένα μικροτεμάχιο) εντοπίστηκε σε ιερά περιοδεία στη Ρουμανία.
Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου στη Ρουμανία. Κτήμα του Καθεδρικού Ναού του Ρουμανικού Πατριαρχείου. Περιέχει τουλάχιστον ένα μικροτεμάχιο λειψάνου του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
94218-e8.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) υπάρχει σε ιδιωτική συλλογή οικογένειας από το Αγρίνιο.
Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου σε ιδιωτική συλλογή οικογένειας από το Αγρίνιο
94218-e9.jpg

Λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (μικροτεμάχιο) στην Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στην Αστόρια της Νέας Υόρκης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.
Λείψανα Αγίου Βικεντίου, Μαρίας Μαγδαληνής, από τον ιερό σπόγγο, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Λουκίας μάρτυρος, από τον χιτώνα του Κυρίου, από το άγιο σουδάριο, ιερός λίθος από Τάφο Κυρίου, Αγίων Κοσμά και Δαμιανού, Στεφάνου Πρωτομάρτυρος, Ευαγγελιστού Ματθαίου, Αποστόλου Βαρθολομαίου, Ιωάννου Βαπτιστή, Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίου Ιακώβου του Αδελφόθεου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου.
94218-e10.jpg

Το δεξί χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου σώζεται στο κειμηλιαρχείο του Καθεδρικού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο.
Το δεξί χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Σήμερα στο κειμηλιαρχείο του Καθεδρικού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο της Μόσχας.
010-640x142.jpg

Συγκεντρωτικά
Από τα λείψανα που εντόπισε μέχρι τώρα η λειψανοθήκη, 3 βρίσκονται στη Ρουμανία, 1 στη Βουλγαρία, 1 στη Ρωσία, 1 στην Ουκρανία, 1 στις ΗΠΑ και 4 στην Ελλάδα (1 στο Άγιον Όρος). Από το Άγιον Όρος σίγουρα προέρχονται τα 2.
Όλες οι λειψανοθήκες είναι νεώτερες (του 20ου αιώνα), εκτός από δύο. Η σερβικής καταγωγής λειψανοθήκη με το δεξί χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου του 14ου αιώνα και η εικόνα λειψανοθήκη της Ιεράς Μονής Ρίλας της Βουλγαρίας του 15ου αιώνα (έχει προταθεί ακόμα και βυζαντινή καταγωγή από τον 12ο αιώνα).
Είναι ενδιαφέρον ότι δεν σώζεται, τουλάχιστον από τις έρευνες της λειψανοθήκης μέχρι στιγμής, καμία βυζαντινή λειψανοθήκη με λείψανο του Μεγάλου Κωνσταντίνου.








Η ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ



Σέ λίγους πιστούς εναι γνωστή ορτή, μέ τήν ποία θά σχοληθομε τώρα. κτός πό τούς ερες καί μερικούς λλους χριστιανούς, πού χουν να στενότερο σύνδεσμο μέ τήν κκλησία μας, ο περισσότεροι δέν γνωρίζουν κν τήν παρξί της. Λίγοι εναι κενοι πού κκλησιάζονται κατ ατή καί περισσότεροι δέν ποπτεύονται κν τι τήν Τετάρτη μετά τήν Κυριακή το Παραλύτου πανηγυρίζει κκλησία μία μεγάλη δεσποτική ορτή, τήν ορτή τς Μεσοπεντηκοστς. Καί μως κάποτε ορτή τς Μεσοπεντηκοστς ταν μεγάλη ορτή τς Μεγάλης κκλησίας τς Κωνσταντινουπόλεως καί συνέτρεχαν κατ ατή στόν μεγάλο ναό πλήθη λαο.
Δέν χει κανείς παρά νά νοίξ τήν κθεσι τς Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) το Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου γιά νά δ τό πίσημο τυπικό το ορτασμο, πως τελετο μέχρι τήν Μεσοπεντηκοστή το τους 903 στόν ναό το γίου Μωκίου στήν Κωνσταντινούπολι, μέχρι δηλαδή τήν μέρα πού γινε πόπειρα κατά τς ζως το ατοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ το Σοφο (11 Μαΐου 903).
κε πάρχει μία λεπτομερής περιγραφή το λαμπρο πανηγυρισμο, πού καταλαμβάνει λόκληρες σελίδες καί καθορίζει μέ τήν γνωστή παράξενη βυζαντινή ρολογία, πς ατοκράτωρ τό πρωΐ τς ορτς μέ τά πίσημα βασιλικά του νδύματα καί τήν συνοδεία του ξεκινοσε πό τό ερό παλάτιο γιά νά μεταβ στόν ναό το γίου Μωκίου, που θά τελετο θεία λειτουργία. Σέ λίγο φθανε λιτανεία μέ πί κεφαλς τόν πατριάρχη, καί βασιλεύς καί πατριάρχης εσήρχοντο πισήμως στόν ναό. θεία λειτουργία τελετο μέ τήν συνήθη στίς μεγάλες ορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά πό ατήν ατοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στό ποο παρεκάθητο καί πατριάρχης. Καί πάλι βασιλεύς πό τίς πευφημίες το πλήθους «Ες πολλούς καί γαθούς χρόνους Θεός γάγει τήν βασιλείαν μν» καί μέ πολλούς νδιαμέσους σταθμούς πέστρεφε στό ερό παλάτιο.
λλά καί στά σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στό Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τά χνη τς παλαις της λαμπρότητος. Παρουσιάζεται σάν μία μεγάλη δεσποτική ορτή, μέ τά κλεκτά της τροπάρια καί τούς διπλος της κανόνες, ργα τν μεγάλων μνογράφων, το Θεοφάνους καί το νδρέου Κρήτης, μέ τά ναγνώσματά της καί τήν πίδρασί της στίς πρό καί μετά πό ατήν Κυριακές καί μέ τήν παράτασι το ορτασμο της πί κτώ μέρες κατά τόν τύπο τν μεγάλων ορτν το κκλησιαστικο τους.
Ποιό μως εναι τό θέμα τς διορρύθμου ατς ορτς; χι πάντως κανένα γεγονός τς εαγγελικς στορίας. Τό θέμα της εναι καθαρά ορτολογικό καί θεωρητικό. Τετάρτη τς Μεσοπεντηκοστς εναι 25η πό το Πάσχα καί 25η πρό τς Πεντηκοστς μέρα. Σημειώνει τό μέσον τς περιόδου τν 50 μετά τό Πάσχα ορτασίμων μερν. Εναι δηλαδή νας σταθμός, μία τομή. ραα τό τοποθετε τό πρτο τροπάριο το σπερινο τς ορτς:
«Πάρεστιν μεσότης μερν, τν κ σωτηρίου ρχομένων γέρσεως Πεντηκοστ δέ τ θεί σφραγιζομένων, καί λάμπει τάς λαμπρότητας μφοτέρωθεν χουσα καί νοσα τάς δύο καί παρεναι τήν δόξαν προφαίνουσα τς δεσποτικς ναλήψεως σεμνύνεται».
Χωρίς δηλαδή νά χ δικό της θέμα μέρα ατή συνδυάζει τά θέματα, το Πάσχα φ νός καί τς πιφοιτήσεως το γίου Πνεύματος φ τέρου, καί «προφαίνει» τήν δόξαν τς ναλήψεως το Κυρίου, πού θά ορτασθ μετά πό 15 μέρες. κριβς δέ ατό τό μέσον τν δύο μεγάλων ορτν φερνε στό νο καί να βραϊκό πίθετο το Κυρίου, τό «Μεσσίας». Μεσσίας στά λληνικά μεταφράζεται Χριστός. λλά χητικά θυμίζει τό μέσον. τσι καί στά τροπάρια καί στό συναξάριο τς μέρας παρετυμολογία ατή γίνεται φορμή νά παρουσιασθ Χριστός σάν Μεσσίας – μεσίτης Θεο καί νθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης μν καί το αωνίου ατο Πατρός». «Διά ταύτην τήν ατίαν τήν παροσαν ορτήν ορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν νομάζοντες τόν Μεσσίαν τε νυμνομεν Χριστόν», σημειώνει Νικηφόρος Ξανθόπουλος στό συναξάριο.
 Σ ατό βοήθησε καί εαγγελική περικοπή, πού ξελέγη γιά τήν μέρα ατή (ω. 7, 14-30). Μεσούσης τς ορτς το ουδαϊκο Πάσχα Χριστός νεβαίνει στό ερό καί διδάσκει. διδασκαλία Του προκαλε τόν θαυμασμό, λλά καί ζωηρά ντιδικία μεταξύ ατο καί το λαο καί τν διδασκάλων. Εναι Μεσσίας ησος δέν εναι; Εναι διδασκαλία το ησο κ Θεο δέν εναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: Χριστός εναι διδάσκαλος. Ατός πού ν δέν μαθε γράμματα κατέχει τό πλήρωμα τς σοφίας, γιατί εναι Σοφία το Θεο κατασκευάσασα τόν κόσμον. κριβς πό ατόν τόν διάλογο μπνέεται μεγάλο μέρος τς μνογραφίας τς ορτς.
κενος πού διδάσκει στόν ναό, στό μέσον τν διδασκάλων το ουδαϊκο λαο, στό μέσον τς ορτς, εναι Μεσσίας, Χριστός, Λόγος το Θεο. Ατός πού ποδοκιμάζεται πό τούς δθεν σοφούς το λαο Του εναι το Θεο Σοφία. κλέγομε να πό τά πιό χαρακτηριστικά τροπάρια, τό δοξαστικό τν ποστίχων το σπερινο το πλ. δ΄ χου:
Μεσούσης τς ορτς διδάσκοντός σου, Σωτήρ, λεγον ο ουδαοι· Πς οτος οδε γράμματα, μή μεμαθηκώς; γνοοντες τι σύ ε Σοφία κατασκευάσασα τόν κόσμον. Δόξα σοι».
Λίγες σειρές πιό κάτω στό Εαγγέλιο το ωάννου, μέσως μετά τήν περικοπή πού περιλαμβάνει τόν διάλογο το Κυρίου μέ τούς ουδαίους «Τς ορτς μεσούσης», ρχεται νας παρόμοιος διάλογος, πού λαβε χώραν μεταξύ Χριστο καί τν ουδαίων «τ σχάτ μέρ τ μεγάλ τς ορτς», δηλαδή κατά τήν Πεντηκοστή. Ατός ρχίζει μέ μία μεγαλήγορο φράσι το Κυρίου.«άν τις διψ, ρχέσθω πρός με καί πινέτω. πιστεύων ες μέ, καθώς επεν γραφή, ποταμοί κ τς κοιλίας ατο ρεύσουσιν δατος ζντος» (ω. 7, 37-38). Καί σχολιάζει Εαγγελιστής.«Τοτο δέ επε περί το Πνεύματος, ο μελλον λαμβάνειν ο πιστεύοντες ες ατόν» (ω. 7, 39). Δέν χει σημασία τι ο λόγοι ατοί το Κυρίου δέν λέχθησαν κατά τήν Μεσοπεντηκοστή, λλά λίγες μέρες ργότερα.
Ποιητικ δεί μπκαν στό στόμα το Κυρίου στήν μιλία Του κατά τήν Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν ξ λλου τόσο πολύ μέ τό θέμα τς ορτς. Δέν μποροσε νά βρεθ πιό παραστατική εκόνα γιά νά δειχθ χαρακτήρ το διδακτικο ργου το Χριστο. Στό διψασμένο νθρώπινο γένος διδασκαλία το Κυρίου λθε σάν δωρ ζν, σάν ποταμός χάριτος πού δρόσισε τό πρόσωπο τς γς.
  Χριστός εναι πηγή τς χάριτος, το δατος το λλομένου ες ζωήν αώνιον, πού ξεδιψ καί ρδεύει τίς συνεχόμενες πό βασανιστική δίψα ψυχές τν νθρώπων. Πού μεταβάλλει τούς πίνοντας σέ πηγές. «Ποταμοί κ τς κοιλίας ατο ρεύσουσι δατος ζντος» (ω. 7, 38). «Καί γενήσεται ατ πηγή δατος λλομένου ες ζωήν αώνιον», επε στήν Σαμαρείτιδα (ω. 4, 14). Πηγή πού μετέτρεψε τήν ρημο το κόσμου σέ θεοφύτευτο παράδεισο ειθαλν δένδρων φυτευμένων παρά τάς διεξόδους τν δάτων το γίου Πνεύματος. Τό γόνιμο ατό θέμα δωσε νέες φορμές στήν κκλησιαστική ποίησι καί στόλισε τήν ορτή τς Μεσοπεντηκοστς μέ ξαιρέτους μνους. Διαλέγομε τρες, τούς πιό χαρακτηριστικούς: Τό κάθισμα το πλ. δ΄ χου πρός τό «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», πού ψάλλεται μετά τήν γ΄ δή το κανόνος στήν κολουθία το ρθρου:
«Τς σοφίας τό δωρ καί τς ζως ναβρύζων τ κόσμ, πάντας, Σωτήρ, καλες το ρύσασθαι σωτηρίας τά νάματα· τόν γάρ θεον νόμον σου δεχόμενος νθρωπος, ν ατ σβεννύει τς πλάνης τούς νθρακας. θεν ες αἰῶνας ο διψήσει, ο λήξει το κόρου σου δέσποτα, βασιλε πουράνιε. Διά τοτο δοξάζομεν τό κράτος σου, Χριστέ Θεός, τν πταισμάτων φεσιν ατούμενοι καταπέμψαι πλουσίως τος δούλοις σου».
Τό πολυτίκιο καί τό κοντάκιο τς ορτς, τό πρτο το πλ. δ΄ καί τό δεύτερο το δ΄ χου:
 «Μεσούσης τς ορτς διψσάν μου τήν ψυχήν εσεβείας πότισον νάματα· τι πσι, Σωτήρ βόησας· διψν ρχέσθω πρός με καί πινέτω. πηγή τς ζως, Χριστέ Θεός, δόξα σοι».
«Τς ορτς τς νομικς μεσαζούσης τν πάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας λεγες, Χριστέ Θεός· Δετε καί ρύσασθαι δωρ θανασίας. θεν σοι προσπίπτομεν καί πιστς κβομεν· Τούς οκτιρμούς σου δώρησαι μν, σύ γάρ πάρχεις πηγή τς ζως μν».
Καί τέλος τό παράμιλλο ξαποστειλάριο τς ορτς:
« τόν κρατρα χων τν κενώτων δωρεν, δός μοι ρύσασθαι δωρ ες φεσιν μαρτιν· τι συνέχομαι δίψ, εσπλαγχνε μόνε οκτίρμον».
Ατή μέ λίγα λόγια εναι ορτή τς Μεσοπεντηκοστς. λλειψις στορικο ποβάθρου τς στέρησε τόν παραίτητο κενο λαϊκό χαρακτρα, πού θά τήν κανε προσφιλ στόν πολύ κόσμο. Καί τό ντελς θεωρητικό της θέμα δέν βοήθησε τούς χριστιανούς, πού δέν εχαν τίς παραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, νά ξεπεράσουν τήν πιφάνεια καί νά εσδύσουν στήν πανηγυριζόμενη δόξα το διδασκάλου Χριστο, τς Σοφίας καί Λόγου το Θεο, τς πηγς το κενώτου δατος.
Συνέβη μέ ατή κάτι νάλογο μέ κενο πού συνέβη μέ τούς περιφήμους ναούς τς το Θεο Σοφίας, πού ντί νά τιμνται στό νομα το Χριστο ς Σοφίας το Θεο, πρός τιμήν το ποίου νηγέρθησαν, κατήντησαν, γιά τούς δίους λόγους, νά πανηγυρίζουν στήν ορτή τς Πεντηκοστς το γίου Πνεύματος τς γίας Τριάδος τν Εσοδίων τς Κοιμήσεως τς Θεοτόκου καί ατς τς μάρτυρος Σοφίας καί τν τριν θυγατέρων της Πίστεως, λπίδος καί γάπης.